Our Blog

Aug 14, 2015 | Posted by Maria Boundri | Comments Off on Ντρέπομαι γιατί… ντρέπομαι.

Ντρέπομαι γιατί… ντρέπομαι.

Το συναίσθημα της ντροπής έχει απασχολήσει πάρα πολύ ψυχολόγους και θεραπευτές καθώς επηρεάζει ουσιαστικά όλη τη ζωή μας: από το πώς νιώθουμε στην καθημερινότητα, μέχρι πώς είμαστε στις σχέσεις μας , στην εργασία, και παντού. Η ντροπή μαθαίνεται από πολύ νωρίς, ριζώνει βαθειά και ακολουθεί το άτομο συνεχώς. Αποκτά είτε έναν υγιή ρόλο απόσυρσης, αυτοδιόρθωσης και αυτοπροστασίας του ατόμου, είτε έναν παθολογικό ρόλο απομόνωσης. Με κάνει ένα άτομο αναβλητικό, με χαμηλή αυτοπεποίθηση που εύκολα παραιτείται, κρύβεται, διστάζει.

Παρά το γεγονός ότι η ντροπή είναι ένα καθολικό βίωμα, δύσκολα το αναγνωρίζουμε στον εαυτό μας και στους άλλους (Lee, 1995). Και αυτό συμβαίνει για δύο λόγους.

Πρώτον, γιατί βασικό χαρακτηριστικό του ατόμου που ντρέπεται είναι η τάση να αποφύγει την έκθεση. Έτσι, μαθαίνει να κρύβεται καλά. Διακατέχεται από μια τάση φυσικής συρρίκνωσης. Το σώμα του συνήθως σφίγγεται και μαζεύεται. Η οπτική επαφή με το συνομιλητή χάνεται. Συχνά βιώνει κενό μνήμης και σκέψης  σαν συνέπεια του ευρύτερου μουδιάσματος.

Δεύτερον, γιατί στις δυτικές κοινωνίες τουλάχιστον, μεγαλώνουμε με την πεποίθηση ότι είναι ντροπή να ντρέπεται κανείς και επομένως όταν αυτό συμβαίνει πρέπει να το κρύβει.

Έτσι το άτομο δίνει την αντίθετη εικόνα από αυτή που θα περιμέναμε από ένα άτομο που ντρέπεται. Αφενός, εκφράζει την καταπιεσμένη ενέργειά του μέσα από συμπεριφορές, βίαιες και καταστροφικές για τον εαυτό ή τον άλλον: οργή, περιφρόνηση, έλεγχος, τελειομανία, προβολή, κλπ. (Bradshow, 1988, Kaufman, 1980, Fossum & Mason, 1986). Αφετέρου, επιτίθεται, εκλογικεύει και οργίζεται καθώς ψάχνει να βρει το δίκιο του, στο πλαίσιο μιας απεγνωσμένης προσπάθειας να αποδείξει στον εαυτό του και στους άλλους ότι δεν είναι λάθος.

Ο Resnick πιο συγκεκριμένα αναφέρει ότι η νευρωτική ντροπή είναι μια κοινωνική κατασκευή. Οι γονείς χρησιμοποιούνε περίτεχνα τη ντροπή για να αναθρέψουν τα παιδιά σύμφωνα με τις δικές τους αξίες, πεποιθήσεις και συμπεριφορές. Με άλλα λόγια συνιστά ένα εργαλείο ελέγχου. Όλο αυτό όμως έρχεται σε αντίθεση με τις πραγματικές ανάγκες του παιδιού το οποίο ζητά αγάπη, επιβεβαίωση και υποστήριξη. Η εμπειρία της ντροπής οδηγεί το παιδί σε μια διαδικασία να ευχαριστήσει το γονιό, να αποφύγει άλλη ματαίωση και  άλλη ντροπή. Αναγκάζεται λοιπόν να «καταπιεί» ένα σωρό «πρέπει».

Σύμφωνα με τον Yontef (1993) υπάρχουν δύο τύποι οικογενειών, βάσει του πώς προκαλούν στο παιδί τη ντροπή:

α. Οικογένεια όπου υπάρχουν αυστηροί κανόνες, απουσία στήριξης και όρια ανύπαρκτα ή άκαμπτα.

β. Οικογένεια που εισάγει στο παιδί τη ντροπή με έμμεσους τρόπους, όπως είναι τα μηνύματα διπλής ανάγνωσης: π.χ. Λέει «εγώ τα κατάφερνα σε όλα» αλλά εννοεί «εσύ δεν τα κατάφερες».

Πώς η ψυχοθεραπεία βοηθάει στη διαχείριση αυτόυ του συναισθήματος; Σύμφωνα με τον Yontef (1993), στόχος είναι το άτομο να αποκτήσει επίγνωση της διαδικασίας του και της ευθύνης του. Να αποκτήσει μια συνεκτική, ασφαλή και γενικά θετική εικόνα του εαυτού. Να διαχειρίζεται τη ντροπή ώστε από μια ρηχή αυτοματοποιημένη επίθεση στον εαυτό, να γίνει εργαλείο ανάπτυξης και επαφής κατευθυνόμενο από τις δικές του αξίες και ανάγκες. Όλα αυτά όμως χρειάζονται πολύ χρόνο, υπομονή και δουλειά σταδιακά και με το ρυθμό του θεραπευόμενου. Άλλωστε, η ντροπή όπως είδαμε είναι μια βαθειά διαδικασία με πολλές προεκτάσεις. Επίσης, την περίοδο που ο θεραπευόμενος δουλεύει τη ντροπή του, νέα ερεθίσματα καθημερινά την εγείρουν εκ νέου. Ακόμα και στην ώρα της θεραπείας ενδέχεται κάθε φορά που μαθαίνει κάτι καινούριο να νιώθει ντροπή και να αυτοκατηγορείται: «α, έχω και αυτό να λύσω».

Φυσικά η εξαφάνιση του αισθήματος της ντροπής δεν είναι στόχος καθώς το συναίσθημα από μόνο του, έχει και υγιή χρήση. Με βοηθάει να μην παρεκτρέπομαι, να σέβομαι τους κοινωνικούς κανόνες, να ρυθμίζω τη συμπεριφορά μου ανάλογα με τον τόπο και το χρόνο. Στόχος λοιπόν είναι ο θεραπευτής να υποστηρίξει το άτομο να βρει μόνο του ένα πιο υγιές τρόπο ύπαρξης μέσα από τη ντροπή. Να ζει με τη ντροπή μέσα στις σχέσεις και όχι μέσα στη μοναξιά (Wheeler, 1997).

(Απόσπασμα από προσωπική εργασία).

Μαρία Μπούνδρη

Categories: Άρθρα

Comments are closed.